EDITORIAL #1
Το περιοδικό που κρατάς εν κομμάτι της προσπάθειας να μιλήσουμε για τζιείνα που θωρούμε, ακούμε τζιαι ζούμε στην κυπριακή πραγματικότητα που αντιφασιστική σκοπιά. Η θεματολογία, βέβαια, ένεν αυστηρά αντιφασιστική. Τούτο προκύπτει που την εμπειρία της πολιτικής δράσης που κουβαλούμε: το να τα βάλλεις με τον φασισμό στην Κύπρο σημαίνει να συγκρούεσαι με ένα σύνολο καταστάσεων. Η στροφή στη βαρβαρότητα που θωρούμε γύρω μας εν πολλά πιο περίπλοκη που τους φουσκωτούς του ελαμ ή τους εθνόπληκτους οπαδούς. Έχουμε τον κρατικό μηχανισμό που παρανομοποιεί, φυλακίζει τζιαι απελαύνει τους πιο υποτιμημένους εργάτες, τους μετανάστες, την ώρα που εκδίδει διαβατήρια μέσα σε μερικές ώρες για πλούσιους ξένους επενδυτές. Έχουμε την εξωτερική πολιτική που συνάπτει συμμαχίες τζιαι λαμβάνει μέρος σε στρατιωτικές ασκήσεις, παραχωρώντας το νησί ως βάση στην πλευρά που εθκιάλεξε στον παγκόσμιο πόλεμο που ζούμε. Έχουμε τους στρατιωτικούς τζιαι πολιτικούς «αναλυτές» να μας σφυροκοπούν κάθε μέρα στα κανάλια για το πόσο κακιά εν η Τουρκία τζιαι πόσο έτοιμοι πρέπει να ‘μαστε για πόλεμο. Έχουμε την εκκλησία τζιαι τον αρχιεπίσκοπο που μιλά για τα «καλά παιδιά» εννοώντας τους νεοναζί ενώ ταυτόχρονα θέλει σχολεία που να καταπολεμούν την… ομοφυλοφιλία. Έχουμε την εκπαίδευση του «δεν ξεχνώ» που διδάσκει τους γαλανόλευκους ήρωες τζιαι τον εθνικισμό τζιαι σφυρίζει αδιάφορα για τα εγκλήματα των ε/κ φασιστών. Έχουμε τους δημοσιογράφους που γκρινιάζουν για το «έγκλημα» τζιαι ονειρέφκουνται στρατόπεδα συγκέντρωσης μεταναστών. Έχουμε τους «μετριοπαθείς» πολιτικούς του κέντρου ή της δεξιάς που κάμνουν ακροδεξιά ανοίγματα τζιαι προσπαθούν να συνάξουν το κοπάδι των συντηρητικών στην εκάστοτε μάντρα. Έχουμε τη μαφία τζιαι το βαθύ κράτος που στήνουν μπίζνες πάνω στες φτηνές ζωές των μεταναστριών, τζιαι με υπάλληλους/μπράβους τους νεοναζί – για να μεν ξεχνιόμαστε. Έχουμε, τέλος, ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας που είτε επιλέγει να κάμνει την πάπια μπροστά στον εξόφθαλμο καθημερινό ρατσισμό ή να τον αναπαράγει για να εξυπηρετήσει τα συμφέροντά της.
Για να βάλουμε το ζήτημα στο ιστορικό του πλαίσιο: ο φασισμός στην Κύπρο ξεκινά ως οργανωμένη απάντηση στο δικοινοτικό εργατικό κίνημα της δεκαετίας του ’40 τζιαι τους αγώνες του. Απλουστευτικό, σίουρα, αλλά τζιαι χρήσιμο για να αντιληφθούμε τον αντιφασισμό όι σαν ετεροπροσδιορισμό, αλλά σαν συνειδητή θέση μάχης. Η δράση τζιαι ο λόγος μας λοιπόν, εν μπορεί να μιλά μόνο για τους φασίστες τους ίδιους, αφού εν παράγωγα διαδικασιών που τους ξεπερνούν. Για να μεν παρεξηγούμαστε, βέβαια, ο αντιφασιστικός λόγος στον 21ο αιώνα εν γίνεται να επιμένει πως ο φασισμός εν απλά παιδί του καπιταλισμού. Η στροφή στη βαρβαρότητα που θωρούμε παγκόσμια εν σε διαρκή κίνηση, τζιαι ο νέος φασισμός διαφέρει σε πολλά που τον προκάτοχό του στον μεσοπόλεμο. Η σκέψη τζιαι η δράση μας πρέπει να καταφέρουν να αντεπεξέλθουν σε εχθρούς που αλλάσσουν πρόσωπα τζιαι περιεχόμενα. Τζιαι το στοίχημα μπαίνει ψηλά: πρέπει να καταφέρουμε να ξεπεράσουμε την αμυντική θέση στην οποία είμαστε (εκ των πραγμάτων) τωρά. Πόθεν να αρκέψουμε? Εν υπάρχει λόγος να χωνούμαστε. Ο αντιφασισμός τζιαι η αντιεξουσιαστική πολιτική γενικότερα στην Κύπρο εν περίεργη υπόθεση. Σαν οργανωμένος χώρος είμαστε μια σχετικά ασήμαντη μειοψηφία αν το δεις αυστηρά αριθμητικά. Κάποτε οι δράσεις μας μπορεί να μοιάζουν μια τρύπα στο νερό μπροστά στα κυρίαρχα εθνοπαραληρήματα, όμως υπάρχουν τζιαι στιγμές που είτε λόγω πολιτικής/κοινωνικής συγκυρίας, είτε λόγω ατέρμονης επιμονής που τη μερκά μας, τζιείνα που λαλούμε φαίνεται να εκφράζουν σκέψεις τζιαι προβληματισμούς ευρύτερων κοινωνικών κομμαθκιών. Το πιο πρόσφατο παράδειγμα εν οι κουβέντες που ανοίξαν γύρω που τον σεξισμό τζιαι τον ρατσισμό της κυπριακής κοινωνίας μετά τες δολοφονίες μεταναστριών που τον Νίκο Μεταξά, όπου αντιφασιστικές τζιαι αντιεξουσιαστικές ομάδες εκαταφέραν, θεωρούμε, να παρέμβουν αποτελεσματικά. Τούτη η αποτελεσματική παρέμβαση επροέκυψε που τη στιγμιαία επιτυχία του να δράσουμε, σαν αντιφασίστες/ριες, όι σαν μεμονωμένη ομάδα ή πολιτικός χώρος, αλλά σαν έκφραση της (μειοψηφικής μεν, σημαντικής δε) κοινωνικής κίνησης που είδε ξεκάθαρα πως η κυπριακή κοινωνία γεννά δολοφόνους. Η αποτελεσματικότητα της πολιτικής μας δράσης εν μπορεί να μετρηθεί στο πόσα «μέλη» έχουμε αλλά στο πώς τζιαι σε ποιο βαθμό μπορούμε να ανιχνεύσουμε τες ανησυχίες τζιαι τες ανάγκες της τάξης μας στα προτάγματά μας τζιαι ανάποδα. Τζιαι τούτο μπορεί να έρτει μόνο μέσα που μια συλλογική, κριτική κατανόηση της κοινωνικής τζιαι πολιτικής συγκυρίας, στην οποία θέλουμε να συμβάλουμε μέσα που τούτο το έντυπο εγχείρημα.
Σε τούτο, το πρώτο τεύχος, αρκέφκουμε με νομαδικά σχόλια για την «επικαιρότητα» όπως καθορίζεται που την θεαματική μηχανή των ΜΜΕ τζιαι όι μόνο. Θυμίζουμε σας τα μαργαριτάρια επιφανών φασιστών-χωρίς-σβάστικα τζιαι συνεχίζουμε με μια σύντομη αναφορά στην υπόθεση ομαδικού βιασμού στην Αγ. Νάπα, εστιάζοντας στο πώς τα μήντια αλλά τζιαι κομμάθκια του κοινωνικού ιστού ανέλαβαν το ρόλο της δικαιοσύνης. Παραθέτουμε μια ανάλυση για την κυπριακή τζιαι ευρύτερη ευρωπαϊκή μεταναστευτική πολιτική, που περνά πάνω που τα σώματα μεταναστών τζιαι μεταναστριών αφήνοντάς τα εξαθλιωμένα ή δολοφονημένα. Θκιεβάζουμε τη συνεχόμενη βία που θέτει τούντα υποκείμενα εντός τζιαι εκτός νόμου, καθιστώντας τα αόρατα ή ορατά, ανάλογα με τες επιταγές του κεφαλαίου στην εκάστοτε συγκυρία. Θωρούμεν πως η μεταναστευτική πολιτική βρίσκεται σε συνέχεια με την ευρύτερη κρατική πολιτική τζιαι πώς προσπαθεί να περνά τζιαι πάνω που τα δικά μας σώματα, με την ένταση στη βία να διαφοροποιείται. Κάμνουμε μια σύντομη εισαγωγή στην έννοια της κοινωνικής αναπαραγωγής (της εργατικής δύναμης), μια έννοια που εννά μας χρησιμεύσει σε αναλύσεις σχετικά με ζητήματα φύλου. Στρέφουμε την προσοχή μας στο χ(ΑΟΖ) στη Μεσόγειο τζιαι τον ρόλο του κυπριακού κράτους, σε μια προσπάθεια να αποδείξουμε ότι έννεν το μόνιμο θύμα της ιστορίας απλά… ακόμα έναν κράτος ανάμεσα σε άλλα. Αναγνωρίζουμε την εθνική φρουρά σαν μια βίαιη διαδικασία, αποτέλεσμα της στρατιωτικοποίησης που έθεσε σε κίνηση η δημιουργία της ΕΟΚΑ. Ανιχνεύκουμε την ιστορία των αρνήσεων του μιλιταρισμού τζιαι της στρατιωτικής μηχανής σαν κομμάτι της ιστορίας του ίδιου του στρατού τζιαι των μετασχηματισμών του λόγω της κοινωνικής κίνησης. Θυμούμαστε την ιστορία των κινημάτων τζιαι των ανθρώπων που μας εγεννήσαν πολιτικά, κοιτώντας τον μακρινό Μάη του ‘68. Ταυτόχρονα, παρατηρούμεν ποιές μορφές εμπορευματοποίησης αποκτούν παραπάνω τα γυναικεία σώματα στον καπιταλισμό, εξαιτίας της αναπαραγωγικής τους λειτουργίας τζιαι πώς τούτες οι “επιλογές” προκύπτουν που τον καταναγκασμό της εργασίας. Στρέφουμε την προσοχή μας στο πεδίο της πόλης: σε έναν κόσμο ασταμάτητων διαχωρισμών τζιαι διακρίσεων η ταξική πάλη εμφανίζεται παντού, καμουφλαρισμένη συχνά ως ανταγωνισμοί μεταξύ των από κάτω. Αντιλαμβανούμαστε την πόλη τζιαι τον χώρο ως ένα ακόμα πεδίο μάχης που αναδύουνται οι κοινωνικοί ανταγωνισμοί. Οι προσπάθειες που γίνουνται για να μείνουμεν πόξω που τη διαμόρφωση των πόλεων, έρκουνται αντιμέτωπες με τους τρόπους που βρίσκουμεν για να αφήκουμε το στίγμα μας στους δρόμους τζιαι τους τοίχους τους, εντείνοντας τις καθημερινές συγκρούσεις.
«Να ζεις σε ενδιαφέρουσα εποχή» πάει μια κινέζικη κατάρα. Το μόνο σίουρο εν ότι οι εποχές μας εν ενδιαφέρουσες. Τούτο το περιοδικό εν μια προσπάθεια να τες καταλάβουμε, για να μπορέσουμε να σκεφτούμε τζιαι να δράσουμε ενάντια σε έναν κόσμο που γίνεται ούλλο τζιαι πιο επιθετικός απέναντι σε όσες εν χωρούν στα στενά του όρια. Εν μια προσπάθεια παράλληλα να έβρουμε τζιείνους τζιαι τζιείνες που έχουν αντίστοιχες απορίες, ανησυχίες τζιαι ανάγκες για λόγο τζιαι δράση. Φιλοδοξούμε, μέσα που τη συλλογική επεξεργασία θέσεων τζιαι απόψεων να συμβάλουμε στη δημιουργία ενός οργανωμένου τζιαι μαχητικού αντιφασιστικού κινήματος που να μπορεί να ανταπεξέλθει στες ανάγκες των τζιαιρών. Γιατί που ενδιαφέρουσες εποχές, άλλο τίποτε. Τζιείνο που λείπει απελπιστικά εν η αυτοπεποίθηση τζιαι το καθαρό μυαλό των από κάτω τούτου του κόσμου.
Καλή ανάγνωση.